Ο Luther Vandross υπήρξε μια από τις πιο εμβληματικές φιγούρες της R&B, ένας καλλιτέχνης με soul φωνή που, παρά την εξαιρετική του ικανότητα, συχνά βρισκόταν στη σκιά όταν τραγουδούσε back-up για ροκ αστέρες. Η ζωή του χαρακτηρίζεται από αντιφάσεις: ήταν ένας αθεράπευτα ρομαντικός που τελικά έφυγε από τη ζωή μόνος και δυστυχισμένος σε ηλικία μόλις 54 ετών.
Η ιστορία του Vandross ζωντανεύει ξανά μέσα από το ντοκιμαντέρ *«Luther: Never Too Much»*, σε σκηνοθεσία της Ντον Πόρτερ και παραγωγή του Τζέιμι Φοξ. Το ντοκιμαντέρ, διάρκειας 160 λεπτών, εξετάζει τις προκαταλήψεις που καθυστέρησαν την καριέρα του και, εν τέλει, οδήγησαν στην καταστροφή του.
Ο Vandross γεννήθηκε στη Νέα Υόρκη και ξεκίνησε την καριέρα του με ένα συγκρότημα που δημιούργησε με φίλους του. Παρόλο που ο ίδιος παρέμεινε στο παρασκήνιο, είχε σημαντική συνεισφορά, ακόμα και στη μουσική εκπομπή *Sesame Street*, ορίζοντας με τον τρόπο του το πρότυπο για τα παιδικά τραγούδια της εποχής.
Η καριέρα του Vandross απογειώθηκε όταν βρέθηκε στο στούντιο κατά τη διάρκεια ηχογράφησης του άλμπουμ *Young Americans* του Ντέιβιντ Μπάουι. Ο Μπάουι, εντυπωσιασμένος από το ταλέντο του, τον προσέλαβε για να ενορχηστρώσει τα φωνητικά. Παρά την εξαιρετική του απόδοση, η βιομηχανία τον αγνόησε, βλέποντας μόνο την εμφάνισή του και όχι την καλλιτεχνική του αξία.
Η πορεία του Vandross δεν ήταν εύκολη. Η βιομηχανία της μουσικής τον αντιμετώπιζε με προκατάληψη λόγω της εμφάνισής του και της φυλετικής του ταυτότητας. Παρά την ικανότητά του να συνδυάζει τη soul και την pop μουσική, οι δισκογραφικές εταιρείες τον προωθούσαν μόνο στο μαύρο κοινό, αγνοώντας το γεγονός ότι και το λευκό ακροατήριο τον λάτρευε.
Η Ρομπέρτα Φλακ, με την οποία συνεργάστηκε, τον απέλυσε από την περιοδεία της με την ελπίδα να τον ενθαρρύνει να κυνηγήσει τη σόλο καριέρα του. Αυτή η απόφαση αποδείχθηκε καθοριστική, καθώς ακολούθησαν μεγάλες επιτυχίες όπως το *Never Too Much*, το οποίο επαναπροσδιόρισε τον ήχο της R&B.
Παρά τις μουσικές του επιτυχίες, ο Vandross πάλευε με τις αλλαγές στο βάρος του και τις προσωπικές του ανασφάλειες. Αυτό το δημόσιο ζήτημα έγινε αφορμή για αστεία και εικασίες γύρω από τη σεξουαλικότητά του, επηρεάζοντας την ψυχική του υγεία. Ο προσωπικός βοηθός του, Max Szadek, θυμάται ότι το τραγούδι *Any Love* αντικατόπτριζε την πραγματική απόγνωση του Vandross, όχι απλώς την αναζήτηση ρομαντικής αγάπης, αλλά την ανάγκη του για οποιαδήποτε μορφή αγάπης.
Παρά τις εννέα υποψηφιότητες για Grammy, ο Vandross κέρδισε το πρώτο του βραβείο το 1991 για το τραγούδι *Here and Now*. Όταν η ραπ μουσική άρχισε να κυριαρχεί στα charts, φαινόταν ότι ο Vandross δεν θα καταφέρει ποτέ να πετύχει το mainstream όνειρό του. Ωστόσο, το 2003, μετά τη μετακίνησή του στην J Records του Κλάιβ Ντέιβις, σημείωσε την πρώτη του μεγάλη επιτυχία με το τραγούδι *Dance with My Father*.
Λίγο μετά την κυκλοφορία του, ο Vandross υπέστη εγκεφαλικό επεισόδιο και έμεινε καθηλωμένος σε αναπηρικό αμαξίδιο. Δύο χρόνια αργότερα, το 2005, πέθανε σε ηλικία 54 ετών.
Η ζωή του Luther Vandross υπήρξε γεμάτη αντιφάσεις και προκλήσεις, αλλά η μουσική του κληρονομιά παραμένει ζωντανή, υπενθυμίζοντας την αξία και τη συμβολή του στην εξέλιξη της R&B μουσικής.